Το εγκαταλελειμμένο σήμερα χωριό Μωρό Νερό είναι ένας μικρός απομονωμένος οικισμός στην επαρχία Πάφου ο οποίος βρίσκεται στην κοιλάδα Έζουσας, δύο χιλιόμετρα βόρεια του χωριού Επισκοπή και πέντε χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του χωριού Καλλέπια, στα διοικητικά όρια του οποίου περιλαμβάνεται.
Από συγκοινωνιακής άποψης το χωριό στερείται ασφαλτωμένου δρόμου και συνδέεται με τα χωριά Επισκοπή και Καλλέπια μέσω ενός τραχιού χωματένιου δρόμου ο οποίος διασχίζεται μόνο από τετρακίνητο αυτοκίνητο. Το χωριό κοίται σε ερείπια, δεν έχουν απομείνει ούτε σπίτια, ούτε δρόμοι, μόνο μάζες από χαλάσματα.
Το Μωρό Νερό ήταν μεικτό χωριό και κατοικείτο και από Έλληνοκυπρίους και από Τουρκοκυπρίου όμως οι Τουρκοκύπριοι ήταν πάντα η μεγάλη πλειοψηφία. Κατά την οθωμανική απογραφή του 1831, οι μουσουλμάνοι (Τουρκοκύπριοι) αποτελούσαν τους μοναδικούς κάτοικους του Μωρού Νερού. Κατά τη διάρκεια της Βρετανικής αποικιοκρατίας, υπήρχαν και Έλληνες Κύπριοι που ζούσαν στο χωριό, αλλά από το 1946 δεν υπήρχε πλέον κανένας Ελληνοκύπριος.
Το 1881ο οικισμός είχει 32 κατοίκους που ανήλθαν στους 55 στις απογραφές πληθυσμού των ετών1891 και 1901. Το 1911 οι κάτοικοι μειώθηκαν στους 46 (39 Τουρκοκύπριοι και 5 Ελληνοκύπριοι), στους 39 το 1921 (34 Τουρκοκύπριοι και 5 Ελληνοκύπριοι), στους 30 το 1931 (24 Τουρκοκύπριοι και 6 Ελληνοκύπριοι) αλλά αυξήθηκαν στους 36 (όλοι Τουρκοκύπριοι) το 1946 και στους 40 (όλοι Τουρκοκύπριοι) το 1958 όταν εγκαταλείφθηκε από τους κατοίκους του.
Σύμφωνα προς το Εγκώμιον του Αγίου Νεοφύτου ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος ο Α΄ (458-471) παραιτήθηκε από το αξίωμά του επειδή δεν ήθελε να πεθάνει σε πόλη στην οποία βασίλευε αιρετικός βασιλιάς (ήταν τότε αυτοκράτορας του Βυζαντίου ο Λέων Α'). Αφού παραιτήθηκε, έφυγε για τα Ιεροσόλυμα συνοδευόμενος από ένα μοναχό που λεγόταν Νείλος. Από τα Ιεροσόλυμα ο Γεννάδιος ήλθε στην Πάφο κι άρχισε περιπλάνηση για να βρει το ασκητήριο του Αγίου Ιλαρίωνος του μεγάλου (που ασκήτευσε κοντά στο χωριό Επισκοπή της Επαρχίας Πάφου). Άρχισε να νυκτώνει και να πέφτει χιονόνερο. Για να φυλαχτεί απ'τη θύελλα, τάχυνε το βήμα του προς το χωριό Κισσότερρα (το παλιό όνομα του χωριού Μωρό Νερό), που είναι κοντά και ζήτησε καταφύγιο σ'ένα σπίτι. Κτύπησε την πόρτα του σπιτιού πολλές φορές. Φώναξε, παρακάλεσε, μα κανένας δεν του άνοιξε. Ο Άγιος πάγωσε από το δυνατό κρύο και και τη νύκτα εκείνη πέθανε μέσα στους δρόμους του Μορού Νερού. Το σώμα του βρέθηκε αργότερα από τον μοναχό Νείλο. Τότε σύμφωνα πάντα προς την αφήγηση του αγίου Νεοφύτου, ο επίσκοπος Πάφου, Υπερόριος, μαζί με κλήρο και λαό, πήγαν στο Μωρό Νερό για να μεταφέρουν το σώμα του αγίου Γενναδίου στη Πάφο. Σε κάπιο όμως σημείο του χωριού, κατά τη διαδρομή προς στη Πάφο, το φέρετρο με το σώμα του Αγίου έγινε ξαφνικά βαρύ κι ασήκωτο και ήταν αδύνατο να μεταφερθεί πιο πέρα. Θεωρήθηκε τότε ότι εκεί έπρεπε να ταφεί, στο χώρο δε εκείνο κτίστηκε και εκκλησία προς τιμήν του η οποία σήμερα είναι ερειπωμένη. Σύμφωνα προς τον Άγιος Νεόφυτο, ο τάφος του Αγίου Γενναδίου «γίνεται τοις πιστώς προσιούσιν ιαματοφόρος πηγή».
Regarding transportation, the village lacks a paved road and connects to the villages and Episkopi and Kallepia through a rough dirt road which can only by crossed by a four-wheel drive car. The village is in ruins, with no houses left standing, nor roads, just masses of rubble.
Moro Nero was a mixed village inhabited by both Greek Cypriots and Turkish Cypriots, however Turkish Cypriots always constituted the great majority. During the Ottoman census of 1831, the Muslim (Turkish Cypriots) were the only inhabitants of Moro Nero. During British colonial rule, there were also Greek Cypriots living in the village, but since 1946, there was no longer any Greek Cypriot left.
In 1881 the village had 32 residents who increased at 55 at the censuses of the years 1891 and 1901. In 1911 the inhabitants were reduced to 46 (39 Turkish Cypriots and 5 Greek Cypriots), to 39 in 1921 (34 Turkish Cypriots and 5 Greek Cypriots ), to 30 in 1931 ( 24 Turkish Cypriots and 6 Greek Cypriots) but increased to 36 (all Turkish Cypriots) in 1946 and at 40 (all Turkish Cypriots) in 1958 when it was abandoned by its inhabitants.
In 1958, due to increased inter-communal tensions in the region where the village was, all Turkish Cypriot families (40 people) were evacuated from the village and took refuge in the Turkish Cypriot sector of the city of Paphos (Mouttalos). After their departure, their homes were destroyed by some extremist elements. They never returned to their village, but stayed in Paphos until the 30th of August 1975, were they were all escorted by UNFICYP to the Turkish-occupied northern part of the island. After the departure of the Turkish Cypriots, nobody moved to the village and was thus deserted forever.