Με την ονομασία καπνιστομέρρεχα εννοούμε τα δύο σκεύη που σε παλαιότερες εποχές, εθεωρούντο από κάθε οικοκυρά απαραίτητα στο σπίτι της, το καπνιστήριν και η μερρέχα. Τα καπνιστομέρρεχα είναι χειροποίητα και αποτελούν μέρος της πλούσιας παράδοσης που έχει η Κύπρος στην τέχνη της αργυροχοΐας. Παρόλο που υπάρχουν και αγροτικά κέντρα που ειδικεύονται στην κατασκευή καπνιστομέρρεχων (Λεύκαρα), παλιά τα καλύτερα εργαστήρια συγκεντρώνονταν στις πόλεις, ιδιαίτερα στη Λευκωσία.
Τα δύο αυτά σκεύη, κατασκευασμένα από πολύτιμο ή ημιπολύτιμο μέταλλο για όσους είχαν την οικονομική δυνατότητα για τέτοιου είδους αντικείμενα (συνήθως ασημένια) εσυνοδεύοντο και από παρόμοιο δίσκο. Εχρησιμοποιούντο για κάπνισμα (το ένα μέρος για κάρβουνα και το άλλο για φύλλα ελιάς) το καπνιστήριν, και ράντισμα με μυρωδικό (ροδόστεμμα ή ανθόνερο) η μερρέχα.
Η χρήση τους όμως γινόταν από την οικοκυρά μόνο κατά τη διάρκεια επισήμων τελετών. Παραδείγματος χάριν στην εκκλησία όταν ήταν «γιορτάρενα», όταν δηλαδή με γιορτή τιμούσε ιδιαίτερα κάποιον άγιο, κατά το γύρισμα του επιταφίου, σε γάμους και βαφτίσια, ή για να καλωσορίζει τους ξένους στο σπίτι της. Για το συνηθισμένο κάπνισμα (θυμίαμα) την ώρα του εσπερινού ή σε άλλες δευτερεύουσες περιπτώσεις, συνήθως η οικοκυρά χρησιμοποιούσε πήλινο καπνιστήριν και όχι το πολύτιμο που διέθετε.